όταν όλες σου οι στιγμές περνάν μπροστά από τα μάτια σου

driving-690891_1280

Διασκεδάζεις, περνάς απίστευτα όμορφα για την ακρίβεια. Είσαι με τον άνθρωπο που αγαπάς πιο πολύ απ’ ότι υπάρχει, ταξιδεύεις σε μια νέα, πανέμορφη χώρα και δεν υπάρχουν λέξεις να περιγράψουν αυτό που ζεις. Σε μια στιγμή, σε μια μόνο στιγμή, η ευτυχία μετατρέπεται σε ένα τεράστιο κενό, όπου σταματάς να σκέφτεσαι, σταματάς να ζεις, σταματάς να περιμένεις οτιδήποτε. Και βλέπεις τα φώτα του απέναντι αυτοκινήτου να σου “παίζουν” απειλητικά κοντά. Και πιάνεις το τιμόνι, να σώσεις οτιδήποτε, κυριολεκτικά αν σώζεται. Και δεν καταλαβαίνεις τι γίνεται γύρω σου, δεν ακούς τίποτα κι ας σφυρίζουν ένα σωρό κόρνες, ο χρόνος δεν έχει χρόνο, όλα είναι παγωμένα και μόνο η ύπαρξή σου είναι μέσα σ’ ένα..δοχείο που ανεβοκατεβαίνει, μοιρολατρικά παραδομένη σ’ αυτό το κενό που έρχεται και πλησιάζει, αλλά δεν ξέρεις πως μοιάζει. Δεν είσαι τίποτα εκείνη την ώρα, ούτε για τον εαυτό σου. Είσαι μόνο ένα μικρό κομμάτι απ’ αυτό το κενό.

Και δεν σκέφτεσαι. Δεν σκέφτεσαι τίποτε.

Πάντοτε, από μια..διεστραμμένη περιέργεια αναρωτιόμουν πώς να είναι αυτή η αίσθηση που βλέπουμε στις ταινίες, πώς να νιώθει αυτός που είναι για μερικά μόνο δευτερόλεπτα ο άβουλος πρωταγωνιστής ενός ατυχήματος. Και το έζησα και το είδα και να που τώρα είμαι εδώ και μπορώ πλέον να ξέρω πώς είναι. Λοιπόν ο πρωταγωνιστής αυτός δεν νιώθει. Δεν είναι. Δεν σκέφτεται.

Δεν σκέφτεσαι τίποτε εκείνη την ώρα, τίποτε. Σαν να μην υπήρξες, απόλυτα παραδομένος σε αυτό το κενό. Και δεν είναι ευχάριστη ή δυσάρεστη αυτή η αίσθηση, τρομακτική ή αγχωτική, δεν είναι τίποτε, είναι απλά το κενό. Κι όταν το αμάξι σταματήσει και ξέρεις πως μέσα είναι ο άνθρωπός σου το μόνο που σκέφτεσαι είναι αυτός. Συντελείται εκείνη την ώρα κάτι περίεργο: όπως εσύ έχεις γίνει αυτό το κενό, ταυτόχρονα βγαίνει μια πρωτόγονη έγνοια για τον άλλο, χωρίς να νιώθεις την ίδια έγνοια για ‘σένα. Σαν να μην έχεις σώμα ακόμα, λες και θα το πάρεις πίσω μόλις δεις ότι ο άνθρωπός σου είναι καλά.

Έτρεμα για δύο ώρες μετά κι απ’ τη χαρά μου που ήμασταν ζωντανοί μπορούσα να κάνω την απόσταση Αθήνα – Θεσσαλονίκη με κωλοτούμπες. Όμως η μόνη σκέψη που μου ερχόταν συνεχώς ήταν ότι θα μπορούσαν τα πράγματα να μην είναι έτσι. Θα μπορούσαμε να έχουμε γίνει αυτό το κενό, κι ακόμα χειρότερα, θα μπορούσαμε να έχουμε πάρει απάνω μας και την ύπαρξη κάποιου άλλου που δεν έφταιγε σε τίποτε. Κι όλο αυτό γιατί; Για να φτάσουμε πιο γρήγορα. Ναι, μόνο και μόνο γι’ αυτό έπαιξα τη ζωή μου κορώνα γράμματα για δεύτερη φορά και ξέρω πολύ καλά, το είδα, πως δε θα υπάρξει τρίτη. Win or lose. Σαν να άκουσα τη ζωή να μου λέει “αν είσαι τόσο βλάκας, καν’το. Ορίστε, δε σε κρατάει κανείς. Καν’το.” Και ναι ήμουν τόσο βλάκας και το έκανα.

Από μικρή προκαλούσα άφοβα την τύχη μου, σε ακραία πράγματα, θέλοντας πάντα να ‘μαι αυτή που τολμά τα πάντα. Σαν να ήθελα να λοιδορίσω το θάνατο και παράλληλα να δω τα όρια μου. Κι ακόμα προκλητικό μου ακούγεται. Αλλά δυστυχώς αν βρεις τα όρια σου, είναι μονόδρομος, μετά θες δε θες, δε μένει παρά μόνο να τα ξεπεράσεις. Και στα παιχνίδια με το θάνατο, ε πώς να το κάνουμε, ως είθισται, δεν κερδίζεις.

Θα μπορούσαν οι μπαριέρες να μη κρατήσουν, θα μπορούσαν οι ρόδες να μην “ακούνε”, θα μπορούσε να έρχεται κι άλλο αμάξι από πίσω, θα μπορούσαμε να είχαμε πάρει κι άλλον άνθρωπο στο λαιμό μας. Ήταν πολλές και καλές οι συγκυρίες που συνέβησαν ώστε να πω ότι ήταν απλά θέμα τύχης. Όχι δεν ήταν θέμα τύχης, Κάποιος μας έδινε ένα πολύ γερό μάθημα εκείνη την ημέρα, γιατί…για κάτι τύπους σαν και ‘μένα που δε μαθαίνουμε με το μαλακό, υπάρχουν και οι δύσκολες λύσεις.

Κι όσο για το αν βλέπεις όλη σου την ζωή να περνά μπροστά από τα μάτια σου εκείνη τη στιγμή, μπούρδες. Όχι, και βέβαια δεν την βλέπεις, σ’ έχει καταπιεί αυτή η απέραντη σιωπή του κενού, είσαι εκεί που δεν υπάρχει χρόνος, δεν σκέφτεσαι τίποτα, δεν είσαι τίποτα.

Τη ζωή μου να περνά μπροστά από τα μάτια μου την βλέπω τα βράδυα που ξαπλώνω να κοιμηθώ, φέρνοντας στο νου μου όλες τις όμορφες στιγμές που έχω ζήσει, ευγνώμωνη που μου δίνεται αυτή η ευκαιρία που λέγεται ζωή, ευγνώμωνη που έζησα αυτή την εμπειρία. Τώρα ξέρω πόσο πολύτιμο είναι να κλείνεις τα μάτια και να μπορείς απλά να αναπολείς τις όμορφες στιγμές της κάθε μέρας.

Αν λοιπόν με ρωτάς αν πλέον τολμάω, όχι τέτοιες απερισκεψίες δε τολμάω. Γιατί δεν είναι απλά απερισκεψίες, είναι η ζωή σου όλη και είναι καθαρή βλακεία, και όχι τόλμη, να πετάς έτσι τη ζωή σου. Αν είσαι ευγνώμων για τη ζωή σου, να της το δείχνεις…

– ανήμερα του Αγίου Δημητρίου, κάπου κοντά στο Πλέβεν –