όταν βγαίνει ο ήλιος

 

Τις μέρες με ήλιο θες να φεύγεις. Εγώ τουλάχιστον νιώθω μια ακαταμάχητη έλξη για φυγή, όταν βλέπω τον ουρανό φωτεινό και τον ήλιο να διαθλάται στα άπειρα μικροσκοπικά σωματίδια σκόνης του παρμπρίζ μου. Σκέφτομαι τις απέραντες αμερικανικές λεωφόρους, τον ζεστό αέρα του καλοκαιριού, την μεθυστική μυρωδιά που αναδύουν τα δέντρα και τα φυτά όταν τα χτυπά για ώρες ο ήλιος… Και μετά συνέρχομαι. Θυμάμαι ότι είναι χειμώνας. Ότι το καλοκαίρι δεν διαρκεί για πάντα, κι ούτε πρόκειται ποτέ (αχ και πάλι αχ), όπως όλα τα υπέροχα πράγματα.

Κι όμως, εξακολουθείς, με την πιο μικρή υποψία φωτός να θες να φύγεις, να διακτινιστείς όσο πιο μακριά από την μονοτονία της βροχερής μουντάδας, της θανατηφόρας γκριζάδας του ουρανού. Βλέπετε δεν είναι καθόλου τυχαίο που.. τα τζιτζίκια τραγουδούν το καλοκαίρι, το θαλασσινό αεράκι πνέει το καλοκαίρι, η ζεστή άμμος αγκαλιάζει τα πόδια σου το καλοκαίρι. Οι πιο ωραίες συντροφιές έχουν βρεθεί γύρω από μια φωτιά το καλοκαίρι. Οι πιο όμορφες συζητήσεις έχουν γίνει κάτω από έναν έναστρο ουρανό το καλοκαίρι. Όλα το καλοκαίρι. Η ψυχή μου το καλοκαίρι. Η ύπαρξη μου όλη, το καλοκαίρι.

Back to reality και βάζω τα κλειδιά στην πόρτα, βγάζω τις λασπωμένες αρβύλες και το βρεγμένο παλτό και αυτόματα κατευθύνομαι στην κουζίνα για τον απλούστατο λόγο ότι εκεί είναι η καφετιέρα, η χειμερινή μου καρδιακή φίλη. Γεμίζω την κούπα μου και παρηγοριέμαι εκεί, σε μια κούπα καφέ. Και τότε θυμάμαι.

Τι θυμάμαι;

Τα βροχερά πρωινά του Σαββάτου, όταν ο χρόνος παγώνει χουζουρεύοντας στα σκεπάσματα μαζί σου, απολαμβάνοντας τον καφέ μου μαζί σου. Tότε που παρακαλάω (!) να βρέχει ατέλειωτα προκειμένου να μη χρειαστεί να βγούμε απ’ το σπίτι ποτέ. Όλο αυτό, τώρα που το ξανασκέφτομαι, είναι μια πολύ πολύ καλή παρηγοριά, μέχρι…το αγαπημένο καλοκαίρι 🙂